Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2013

Το Προεδρικό Διάταγμα για την αξιολόγηση να μείνει στα χαρτιά!

Εκπαιδευτικοί σε κατάσταση «ομηρίας», εκπαιδευτικοί που καλούνται να γίνουν «superman» για να λύσουν όλα τα προβλήματα του εκπαιδευτικού συστήματος – για τα οποία προφανώς φταίνε αυτοί και κανένας άλλος – εκπαιδευτικοί που η κάθε τους δραστηριότητα θα μετριέται στα κουτάκια και με συντελεστές. Πλαίσιο ασφυκτικό, ιεραρχικό, αντιπαιδαγωγικό.

Ο εκπαιδευτικός δακτυλοδεικτούμενος σε μαθητές και κοινωνία, οι πολιτικές της υποχρηματοδότησης, των μηδενικών διορισμών, του σχολείου της αγοράς και της εξόντωσης των μαθητών που επιβάλλονται από κυβέρνηση, Ε.Ε. και ΔΝΤ στο απυρόβλητο. Αυτό, με λίγα λόγια, είναι το σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος για την αξιολόγηση που δόθηκε από το Υπουργείο Παιδείας για «διαβούλευση».

«Στόχος της αξιολόγησης», μας λένε, είναι η «  … βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού έργου, προς όφελος των μαθητών και της κοινωνίας …. Στη σημερινή συγκυρία … η προοπτική θεσμοθέτησης ενός συστήματος αξιολόγησης στην εκπαίδευση συνδέονται με τη συνολικότερη προσπάθεια αναμόρφωσης των λειτουργιών του ελληνικού κράτους, την οποία καταβάλει ο ελληνικός λαός προκειμένου να επιτευχθεί …. η δημοσιονομική προσαρμογή και ο εκσυγχρονισμός της ελληνικής κοινωνίας», έλεγε εισαγωγικά το σχέδιο της ομάδας Ματσαγγούρα.

Διπλή αξιολόγηση

Στο ΠΔ προβλέπονται 2 τύποι αξιολόγησης: Διοικητική και Εκπαιδευτική. Η διοικητική αξιολόγηση αφορά το «τυπικό υπηρεσιακό έργο», είναι ετήσια και διενεργείται μεταξύ 1ης Απριλίου και 31ης Μαϊου κάθε έτους. Η εκπαιδευτική αξιολόγηση αφορά το διδακτικό και γενικότερα το επιστημονικό και παιδαγωγικό έργο, διενεργείται μία τουλάχιστον φορά ανά τριετία εντός συνεχούς χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους 2 μήνες (διμηνιαία αξιολογική περίοδος) (άρθρο18, παρ.9) και περιλαμβάνει την παρακολούθηση δύο (2) τουλάχιστον διδασκαλιών.

Μια πρώτη ματιά

Καταρχάς, είναι χαρακτηριστικό ότι οι κυβερνώντες εγκαταλείπουν τις «φιοριτούρες» περί  «αυτο-αξιολόγησης, η οποία  αφορά στο εκπαιδευτικό έργο των δομών, του ανθρώπινου δυναμικού, αλλά και του εκπαιδευτικού συστήματος, όπως προέβλεπε η πρόταση της Ομάδας Εργασίας. Αφήνουν για το θεαθήναι τη δυνατότητα, ώστε ο αξιολογούμενος να «συμπληρώνει και υποβάλλει έκθεση αυτοαξιολόγησής του το αργότερο εντός πέντε (5) ημερών πριν από την έναρξη της αξιολογικής περιόδου,» (άρθρο 18, παρ.1) που είναι άνευ ουσιαστικής και τυπικής σημασίας, όπως και ότι «Κάθε αξιολογούμενος εκπαιδευτικός έχει το δικαίωμα να αξιολογεί τον προϊστάμενο αξιολογητή του.» (άρθρο 25).  Στο πλαίσιο ενός αυταρχικού και ιεραρχικού μηχανισμού αυτές οι ρυθμίσεις θα οδηγήσουν στην αυτοενοχοποίηση του εκπαιδευτικού, στο σκύψιμο της μέσης και της θετικής αξιολόγησης των αξιολογητών του.

Ο γραφειοκρατικός έλεγχος και ο βαθμός εμπέδωσης της εξουσίας είναι παντού ο βασικός στόχος. Κάθε στέλεχος και βαθμίδα ελέγχου αξιολογείται από την ικανότητά της να αξιολογεί την αμέσως υφιστάμενή της και να εφαρμόζει την κυβερνητική πολιτική, να προλαβαίνει «εντάσεις και δυσλειτουργίες», να φροντίζει να τηρούνται απαρέγκλιτα οι εγκύκλιοι και οι νόμοι, να εφαρμόζεται «πάση θυσία» το ωρολόγιο και αναλυτικό πρόγραμμα. Σε περίοδο μηδενικών προσλήψεων καταλαβαίνουμε τι σημαίνει αυτό: αυστηρός ιεραρχικός έλεγχος και διαρκής μετατόπιση της πίεσης προς τα κάτω, με τελικό αποδέκτη τον εκπαιδευτικό αλλά και το μαθητή.

Για αυτό, άλλωστε, και δίνεται μεγάλο βάρος στην αξιολόγηση των διευθυντών των σχολικών μονάδων. Όχι τυχαία, αφού οι διευθυντές θα είναι οι άμεσοι αξιολογητές. Ο «πολύ καλός» διευθυντής είναι εκείνος που  «τεκμηριώνει με πληρότητα την αξιολογική του κρίση με βάση στοιχεία που βρίσκονται στα πρακτικά του σχολείου και … σε άλλες συναφείς πηγές που σχετίζονται με τη συνέπεια και το εν γένει μη διδακτικό έργο του εκπαιδευτικού και ενημερώνει εγκαίρως τους ανωτέρους του…».

Κριτήρια αξιολόγησης:


Εκπαιδευτική διαδικασία και εκπαιδευτικός …«κομμάτια»

Τα κριτήρια της  αξιολόγησής κατατάσσονται σε πέντε κατηγορίες με πολλές υποκατηγορίες:

    Κατηγορία Α – Εκπαιδευτικό περιβάλλον: Α1) Διαπροσωπικές σχέσεις και προσδοκίες. Α2) Παιδαγωγικό κλίμα στη σχολική τάξη. Α3) Οργάνωση της σχολικής τάξης.
    Κατηγορία Β – Σχεδιασμός, προγραμματισμός και προετοιμασία της διδασκαλίας: Β1) Βαθμός πρόσληψης των δυνατοτήτων και αναγκών των μαθητών. Β2) Στόχοι και περιεχόμενο. Β3) Διδακτικές ενέργειες και εκπαιδευτικά μέσα.
    Κατηγορία Γ – Διεξαγωγή της διδασκαλίας και αξιολόγηση των μαθητών: Γ1) Προετοιμασία μαθητών για τη διδασκαλία. Γ2) Διδακτικές ενέργειες και εκπαιδευτικά μέσα. Γ3) Ενέργειες μαθητών κατά τη διαδικασία μάθησης. Γ4) Εμπέδωση  της νέας γνώσης και αξιολόγηση των μαθητών.
    Kατηγορία Δ – Υπηρεσιακή συνέπεια και επάρκεια: Δ1) Τυπικές υπαλληλικές υποχρεώσεις. Δ2) Συμμετοχή στη λειτουργία της σχολικής μονάδας και στην αυτοαξιολόγησή της. Δ3) Επικοινωνία και συνεργασία με γονείς και φορείς.
    Kατηγορία Ε – Επιστημονική και επαγγελματική ανάπτυξη του εκπαιδευτικού: Ε1) Τυπικά προσόντα και επιστημονική ανάπτυξη.  Ε2) Επαγγελματική ανάπτυξη.

Τα παραπάνω κριτήρια αντιστοιχίζονται με βάση την τετράβαθμη βαθμολογική κλίμακα και την κλίμακα 0 – 100 ως εξής (άρθρο 5): α) «ελλιπής»:  0 έως 30 βαθμοί, β) «επαρκής»: 31 έως 60 βαθμοί, γ) «πολύ καλός»: 61 έως 80 βαθμοί και δ) «εξαιρετικός»:  81 έως 100 βαθμοί.

Με ορολογία και τρόπο δανεισμένο από το πιο σκληρό επιχειρηματικό μάνατζμεντ, διαιρούν σε επιμέρους ενότητες, κατηγορίες και υποκατηγορίες το εκπαιδευτικό έργο προκειμένου να μετατραπεί η παιδαγωγική πράξη σε ένα σύνολο σχετικά απομονωμένων μεταξύ τους κατηγοριών – δεξιοτήτων κατάλληλων για ποσοτικοποίηση και μέτρηση. Τα πάντα θα μπαίνουν σε «κουτάκια» και θα πολλαπλασιάζονται με συντελεστές,  από το κλίμα στην τάξη  μέχρι τη χρήση των νέων τεχνολογιών ή την προετοιμασία για τη διδασκαλία. Κομματιάζουν για να μετρήσουν καλύτερα…

Αξιολόγηση – εφαλτήριο περικοπών στους μισθούς, διαθεσιμότητας, απολύσεων…

Οι εκπαιδευτικοί που σύμφωνα με το άρθρο 19, παρ. 5 «χαρακτηρίζονται ελλιπείς εγγράφονται στον πίνακα των μη προακτέων που προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 8 του ν. 4024/2011» για το ΝΕΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ-ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΟ που προβλέπει: «Οι υπάλληλοι που περιλαμβάνονται σε πίνακα μη προακτέων στερούνται του δικαιώματος για προαγωγή για τα επόμενα δυο (2) έτη». Αυτό που δε λέει το προσχέδιο είναι ότι με βάση παλιότερο νόμο, ακόμη κι αν αυτός έχει τροποποιηθεί και δεν εφαρμόζεται μέχρι τώρα (1566/85, άρθρο 16, παράγραφος 5), κυρίως, όμως, με βάση τους σχεδιασμούς και τα λεγόμενά τους, οι μη προακτέοι σταδιακά θα ΑΠΟΛΥΟΝΤΑΙ : «Εκπαιδευτικοί που κρίνονται μη προακτέοι 2 φορές συνέχεια ή 3 φορές μέσα σε διάφορα χρονικά διαστήματα παραπέμπονται με απόφαση του Νομάρχη στο ΚΥΣΠΕ/ΚΥΣΔΕ με το ερώτημα της απόλυσης). Όλοι/ες, πέρα φυσικά και από τους δόκιμους νεοδιόριστους που έχουν να περάσουν τη δοκιμασία από το ΣΤ’ Βαθμό στον Ε’, είμαστε υπό απειλή.

Ο ίδιος νόμος 4024/11 για το ΝΕΟ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΟ-ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΟ στο Δημόσιο Τομέα, άλλωστε, βάζει ως βασικότερη παράμετρο της μισθολογικής και βαθμολογικής εξέλιξης των υπαλλήλων την αξιολόγηση.  Καθιερώνεται ποσόστωση από τον ένα βαθμό στον άλλο από 60% έως 12% στον Α” βαθμό. Με τον ίδιο νόμο μειώθηκαν  οι μισθοί των εκπαιδευτικών μέχρι και 40%, με αποτέλεσμα να υπονομευτεί και ο παιδαγωγικός τους ρόλος. Ας αποτινάξουμε τις αυταπάτες.  Σε καθεστώς μνημονίων, που χιλιάδες νέοι εκπαιδευτικοί αμείβονται από 300 έως 650 ευρώ, η αξιολόγηση θα λειτουργήσει ως διαδικασία νομιμοποίησης απολύσεων, εφεδρείας και βαθμολογικής-μισθολογικής στασιμότητας των εκπαιδευτικών. Και οπωσδήποτε, οι δύο πρώτες κατηγορίες που θα χαρακτηρίζονται ως «ελλιπείς» και ως «επαρκείς» θα είναι η μεγάλη δεξαμενή των διαθεσιμοτήτων και των απολύσεων.

Δευτερεύουσες όψεις και αντιφάσεις του ΠΔ

Πέρα όλων αυτών των βασικών ζητημάτων, πάντως, υπάρχουν και προφανείς αντιφάσεις στο ΠΔ. Στα κριτήρια που θέτει το ΠΔ στις τρεις μεγάλες κατηγορίες (ας τις πούμε παιδαγωγικές) υπάρχουν κριτήρια που αλληλοαναιρούνται. Π.χ ο εκπαιδευτικός πρέπει να προσαρμόζει το ρυθμό μάθησης στις ανάγκες των μαθητών αλλά και να μπορεί να βγάλει την ύλη.(!) Ακόμη, ο εκπαιδευτικός πρέπει να μην προβάλλει αξιακά φορτισμένες πεποιθήσεις – αλλά και – να δείχνει τις επιστημολογικές αντιπαραθέσεις στο θέμα που πραγματεύεται, κ.ά.. Αυτό το τελευταίο πώς ερμηνεύεται στη διδασκαλία πχ του Δαρβίνου στη Βιολογία;;; Του καπιταλισμού στην Οικονομία;;; Του Εμφυλίου ή της Επανάστασης στην Ιστορία;;; Του Γιάννη Ρίτσου στη Λογοτεχνία;;; Υπάρχουν άπειρα τέτοια παραδείγματα.

Επιπλέον, υπάρχει κι η προφανής αδυναμία της ποσοτικοποίησης, πόσο μάλλον όταν η κλίμακα σκόπιμα είναι πολύ μεγάλη (100), γιατί πιθανότατα θα δεθεί με τις ποσοστώσεις του μισθολογίου…  Πώς παίρνει άραγε κάποιος 60 ή 68 ή 72; Προφανώς, η συγκεκριμένη βαθμολογική κλίμακα διευκολύνει τις μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των εκπαιδευτικών και άρα μπορεί να υπηρετήσει και τον ενδουπηρεσιακό ανταγωνισμό και τις ανάγκες της ιεραρχημένης μισθολογικής κλίμακας. Έτσι, με δύο παρακολουθήσεις και μια έκθεση αυτοαξιολόγησης, αξιολογείται κανείς από 0-100. Τέλος, το «επαρκής», που φαίνεται πιο εφικτό, δεν αρκεί για την απρόσκοπτη μισθολογική-βαθμολογική εξέλιξη: χρειάζεται το «πολύ καλός».

Κάποιες επιπλέον παράπλευρες παρατηρήσεις:

Η Κατηγορία Ε – τα τυπικά προσόντα – ουσιαστικά στοχεύει στο διαχωρισμό του κλάδου και προσπαθεί να κλείσει το μάτι σε όποιους συναδέλφους έχουν κάποια προσόντα, καλλιεργώντας τους την αυταπάτη ότι έχουν μέλλον ανέλιξης στην εκπαίδευση. Στην πραγματικότητα είναι το καρότο της σφαγής, της εξατομίκευσης και της προσπάθειας να διαμορφωθεί το εργασιακό υποκείμενο με βάση τις ανάγκες του συστήματος (συλλογή πιστοποιητικών). Η αυτοπειθάρχηση είναι ο στόχος. Άλλωστε, υπάρχουν τόσα υπο-κριτήρια που είναι δύσκολο να έχει κανείς και τα τρία – συν την ασάφεια των κριτηρίων (π.χ με 5 δημοσιεύσεις πόσα κριτήρια πιάνεις;;; όσα αυτός που έχει μια δημοσίευση;;;; κτλ κτλ).

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχει διαβάθμιση των κριτηρίων: τα 5 πεδία αξιολόγησης (με τα υπο-κριτήριά τους) δεν κρίνονται με τον ίδιο τρόπο (άρθρο 15): η υπηρεσιακή συνέπεια έχει συντελεστή 2 και η επιστημονική 0,5. Άρα, το σημαντικό για το ΠΔ είναι το αν «κρίνεσαι» καλός υπάλληλος (πεδίο δόξης λαμπρό για μικρούς δικτατορίσκους – διευθυντές) και όχι καλός επιστήμονας. Μάλιστα, αυτό είναι το πιο σημαντικό κριτήριο – πιο σημαντικό κι από το σχεδιασμό και προετοιμασία της διδασκαλίας που παίρνει πάλι 0,5. Όλα αυτά δείχνουν ότι η αξιολόγηση δε στοχεύει στην υποτιθέμενη «βελτίωση» του εκπαιδευτικού έργου, αλλά στη συμμόρφωση-διαμόρφωση ενός σισύφειου εξουσιαστικού πλέγματος προκειμένου όλοι να είναι έκθετοι.

Στη σημερινή πραγματικότητα δεν υπάρχουν «ουδέτερα», «αντικειμενικά» και «μετρήσιμα» κριτήρια

Πέρα από τους μύθους της εξουσίας, η αλήθεια είναι ότι η επιστημονική συγκρότηση, η παιδαγωγική κατάρτιση και η διδακτική ικανότητα δεν είναι ποσοτικά μεγέθη που μπορούν εύκολα να μετρηθούν. Γι” αυτό και δεν υπάρχουν μέθοδοι ή κριτήρια «αντικειμενικά» και «αξιοκρατικά». Όλοι οι εκπαιδευτικοί γνωρίζουμε ότι εργαζόμαστε σε κινούμενη άμμο. Το «υλικό» μας αλλάζει από μέρα σε μέρα, από τμήμα σε τμήμα, από ώρα σε ώρα. Ο εκπαιδευτικός δεν μπορεί να διασπαστεί και να μετρηθεί σε επιμέρους αξιολογούμενα στοιχεία ακριβώς επειδή η εκπαιδευτική διαδικασία έχει χαρακτήρα δυναμικό και όχι στατικό και επηρεάζεται από πολλούς κοινωνικούς και εκπαιδευτικούς παράγοντες.

Στον αντίποδα, σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη, «όλα μετριούνται με βάση τους νόμους της αγοράς». Ο προσδιορισμός των «δεικτών ποιότητας» για την ποιότητα της σχολικής εκπαίδευσης» είναι προϊόν μιας τεχνοκρατικής και ακραίας οικονομίστικης αντίληψης για την εκπαίδευση. Η λογική αυτή οδηγεί στην εφαρμογή μοντέλων αξιολόγησης και ελέγχου με «πιστοποιητικά ποιότητας» σύμφωνα με τα πρότυπα της βιομηχανίας και του εμπορίου. Επιδιώκει να επικυρωθούν ως αντικειμενικά μετρήσιμα στοιχεία της προσωπικότητας και νοητικές λειτουργίες των υποκειμένων της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως η διδακτική ή μαθησιακή ικανότητα, η πνευματική και επιστημονική συγκρότηση, η ικανότητα επικοινωνίας και ο τρόπος συμπεριφοράς, οι ιδέες, η φαντασία, η πρωτοβουλία κ.ά. φυσικά με βάση τις αρχές και τους στόχους του Σχολείου της Αγοράς.

Άλλωστε, η αξιολόγηση είναι πλήρως εξατομικευμένη: απογυμνώνει την εργασία του εκπαιδευτικού από οτιδήποτε την καθορίζει: αναλυτικά προγράμματα – δομή εκπαίδευσης – εξεταστικό – σχέσεις εξουσίας μέσα στο σχολείο και κυρίως έξω από αυτό. Έτσι, ανοίγει ο δρόμος για την ενοχοποίηση του κάθε εκπαιδευτικού χωριστά – αλλά και των εκπαιδευτικών στο σύνολό τους – για τα πάντα, από το ρατσισμό μέχρι τη σχολική διαρροή.

Η ενοχοποίηση των εκπαιδευτικών για τη σχολική αποτυχία

 «Το να κατηγορούμε τους καθηγητές για τα άσχημα αποτελέσματα στα τεστ, σε αστικά σχολεία με υψηλά ποσοστά φτωχών και σαφώς μη προνομιούχων μαθητών, καταγόμενων από κακόφημες περιοχές και προερχόμενων από διαλυμένες οικογένειες, είναι σα να κατηγορούμε έναν αγρότη, επειδή είχε κακή συγκομιδή μετά από περίοδο ξηρασίας. Είναι σα να κατηγορούμε έναν οδηγό λεωφορείου επειδή δεν τήρησε τα δρομολόγια, ενώ μεγάλο μέρος της διαδρομής που έπρεπε να διανύσει ήταν πλημμυρισμένη». (Paul Street, Χτυπώντας το Νεοφιλελευθερισμό στο Σικάγο].

Στο νέο πλαίσιο, οι εκπαιδευτικοί «χρεώνονται» την επιτυχία ή αποτυχία των μαθητών τους. Ξέρουν οι κρατικοί «θεσμοθέτες», άλλα δεν αναφέρουν ότι  αμέτρητοι κοινωνικοί και εκπαιδευτικοί παράγοντες επηρεάζουν και συνδιαμορφώνουν την εκπαιδευτική διαδικασία και το εκπαιδευτικό έργο. Η κοινωνική προέλευση, η οικογενειακή κατάσταση, οι συνθήκες διαβίωσης και κατοικίας, η υλικοτεχνική υποδομή σχολείου, τα αναλυτικά προγράμματα, ο τύπος εξετάσεων, τα σχολικά βιβλία, το εκπαιδευτικό κλίμα, οι παιδαγωγικές μέθοδοι, τα πάντα γίνονται καπνός. «Αγνοούνται» οι κοινωνικές και γεωγραφικές ανισότητες που διαμορφώνουν αντίξοες συνθήκες για την εκπαίδευση των μαθητών από τα ασθενέστερα οικονομικά και κοινωνικά στρώματα.

Την ώρα που οι προσλήψεις στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι μόλις 225(!!!) και οι δαπάνες για την Παιδεία κάθε χρόνο περικόπτονται πέφτοντας κάτω και από το 2,3 % του ΑΕΠ, είναι πρόκληση οι «σοφοί» του κράτους να μιλούν για «ποιότητα στην εκπαίδευση» Η αξιολόγηση όχι μόνο δεν έρχεται να συμβάλλει στη στήριξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας, όπως διατείνονται οι κρατικοί μύθοι, αλλά την υπονομεύει ανοιχτά.

Αποτελεί βασικό εργαλείο για την κατηγοριοποίηση των σχολείων σε «καλά» και «κακά», την ταξική διαφοροποίηση του μαθητικού πληθυσμού και την ένταση της ιδεολογικής και επιλεκτικής λειτουργίας της εκπαίδευσης. Αποτελεί βασικό εργαλείο για να φύγει πάνω από την εξουσία το βάρος των πολιτικών της που οδηγούν στη διάλυση του δημόσιου σχολείου, για να ενοχοποιηθεί και να αυτοενοχοποιηθεί ο εκπαιδευτικός, για να οδηγηθεί σε ακόμα μεγαλύτερη παιδαγωγική και εργασιακή εξαθλίωση.

    ΠΟΙΟΣ ΑΞΙΟΛΟΓΕΙ;;;


 Διατυμπανίζουν: ««Σκοπός της αξιολόγησης  των εκπαιδευτικών είναι η βελτίωση της ποιότητας του εκπαιδευτικού τους έργου, προς όφελος των μαθητών και της κοινωνίας”. Από τη συζήτηση για την αξιολόγηση και την ποιότητα της εκπαίδευσης εξοβελίζεται το ερώτημα «ποιος έχει την εξουσία» στην εκπαίδευση και την κοινωνία, ποιος καθορίζει τα αναλυτικά προγράμματα και τα βιβλία, ποιος οργανώνει τις εξετάσεις, ποιος φτιάχνει την εκπαιδευτική νομοθεσία, ποια είναι η συμμετοχή των εκπαιδευτικών σε όλα αυτά.

Με δεδομένο, λοιπόν, ότι ορίζονται με κάθε λεπτομέρεια οι προδιαγραφές της διδακτικής μεθοδολογίας και τα πλαίσια, οι κατευθύνσεις και οι ενέργειες υποστήριξής της, η αξιολόγηση των εκπαιδευτικών έχει το ρόλο ελέγχου και συμμόρφωσης του εκπαιδευτικού και αποτελεί δείκτη ευθυγράμμισης σ” αυτές τις προδιαγραφές. Το κράτος ζητάει την παθητική τους υποστήριξη και την τήρηση του τύπου, δηλαδή την εφαρμογή της επίσημα προτεινόμενης μεθόδου τεχνικής μετάδοσης της σχολικής γνώσης.  Με άλλα λόγια, μέσα από τους μηχανισμούς και τις διαδικασίες ελέγχου των εκπαιδευτικών, υλοποιείται μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή και μια αντίληψη για την ιδεολογική χειραγώγηση του εκπαιδευτικού με την επιβολή μιας κρατικής διδακτικής.

Τους επιστρέφουμε το σχέδιό τους ως απαράδεκτο!


Έχουμε κάθε δικαίωμα να αντισταθούμε στον ασφυκτικό έλεγχο του νεοεπιθεωρητισμού, όπως διανθίζεται με τα μέτρα και τους δείκτες σύμφωνα με τα πρότυπα της «ελεύθερης αγοράς». Γιατί «ο δάσκαλος που θα υποχρεωθεί να καταπνίξει τη σκέψη του θα γίνει διπλά σκλάβος ή θα καταντήσει ένας ψυχικά ανάπηρος άνθρωπος, ανίκανος να μορφώσει άλλους» (Δ. Γληνός).

Καμιά συμμετοχή σε διαβουλεύσεις και άλλες διαδικασίες που εξωραΐζουν το αυταρχικό πρόσωπο μιας αδίστακτης εξουσίας που δια πυρός και σιδήρου υλοποιεί μια πολιτική εξαθλίωσης του λαού, μια πολιτική κονιορτοποίησης δικαιωμάτων και κατακτήσεων ολόκληρου αιώνα.

Είναι ώρα για πανεκπαιδευτικό αγώνα!

-ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ  ΜΕ ΤΟΥΣ ΣΦΑΓΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ
- ΚΑΝΕΙΣ ΝΑ ΜΗΝ ΕΦΑΡΜΟΣΕΙ ΤΗΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΛΥΣΕΩΝ, ΤΗΣ ΜΙΣΘΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΘΗΛΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΟΤΑΓΗΣ -ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΤΩΝ  ΑΠΟ ΤΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ ΜΑΣ
-ΜΕ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΤΡΟΠΟ ΚΑΙ ΜΕ ΜΠΡΟΣΤΑΡΗ ΤΙΣ ΕΛΜΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΚΟΥΣ ΣΥΛΛΟΓΟΥΣ, ΘΑ ΑΠΟΤΡΕΨΟΥΜΕ ΤΗΝ ΕΙΣΟΔΟ ΤΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΤΩΝ ΣΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΜΑΣ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣΟΥΜΕ!


ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2013
ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ - ΚΙΝΗΣΕΙΣ - ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΕΙΣ Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

http://paremvaseisde.gr/ , http://www.paremvasis.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου