Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ

του Βασίλη Μακρή
Δεν είχαν περάσει καλά – καλά 12 ώρες από το διάγγελμα Παπανδρέου, στο οποίο πανηγύριζε για τη «νίκη της Ελλάδας» στη διάσκεψη της Ε. Ε. … Ένα διάγγελμα με προσεγμένες μία μία τις λέξεις που θα έλεγε, αφού ειδικά επιτελεία ψυχολόγων και επικοινωνιολόγων είχαν φροντίσει επιμελώς έτσι ώστε το πούλημα της χώρας να λέγεται διαπραγμάτευση, η κινεζοποίηση της κοινωνίας να ονομάζεται κούρεμα, η υποτέλεια στους γερμανούς γκαουλάιτερ, να ονομάζεται «καθημερινή επαφή με τη δύναμη σχεδιασμού»…
Δεν είχαν περάσει 12 ώρες, από τη στιγμή που τα τηλεοπτικά χαμόγελα μάς ανακοίνωναν πως είναι «ιστορική νίκη της χώρας και της κοινωνίας» το γεγονός, ότι θα έχουμε βιώσιμο χρέος το 2020, της τάξης του 120% του ΑΕΠ, ενώ το Σεπτέμβρη του 2009 (τότε που τα … «λεφτά υπάρχουν») δεν ήταν βιώσιμο παρά το γεγονός ότι ανερχόταν στο 117% του ΑΕΠ… Δεν είχαν περάσει 12 ώρες απ’ την ώρα που μας ανακοίνωναν ότι ο λαός δέχεται με υπομονή τις θυσίες, δηλαδή ότι δεχόμαστε να πάρουν το ψωμί των παιδιών μας απ’ το τραπέζι, τους μισθούς και τις συντάξεις μας, τα εργασιακά μας δικαιώματα…
Δεν είχαν περάσει 12 ώρες από το ξημέρωμα τη 28ης Οχτώβρη του 2011…
Ξαναζήσαμε σήμερα έναν παλμό, που τον αφουγκραζόμασταν μονάχα, για την 28η του Οκτώ-βρη του 1940. Βιώσαμε την ένταση, αυτού που πολλές φορές λέγαμε σε μονότονους λόγους, σε τυ-πικές σχολικές γιορτές, για «το ΟΧΙ που είπε ο λαός». Είχαμε τη σπάνια ευκαιρία να ζήσουμε την δύναμη των αυθεντικών συλλογικών πράξεων. Από την Ξάνθη μέχρι το Ηράκλειο, από τη Ρόδο μέ-χρι την Κέρκυρα, ο λαός βγήκε στους δρόμους σε ένα πρωτόγνωρο πανηγύρι, για να βροντοφωνά-ξει ΟΧΙ στη νέα κατοχή, ΟΧΙ στη χούντα που κυβερνάει τη χώρα. Ένα ΟΧΙ στην μετατροπή της χώρας σε προτεκτοράτο με την εποπτεία της Ε.Ε.. Ένα ΟΧΙ στη χειροτέρευση -  «κούρεμα» της ζωής των εργαζομένων, ένα ΟΧΙ στην αποδόμηση της Δημόσιας Παιδείας , Υγείας, Κοινωνικής Ασφάλισης. ΟΧΙ  στην απόγνωση που φέρνει η καπιταλιστική βαρβαρότητα.
Από τις μπάντες των δήμων, μέχρι τους μαθητές που έδειχναν τα οπίσθιά τους στην (πολύ ύφους) υπουργό, από τους απολυμένους και άνεργους νέους, μέχρι τα σωματεία των εργαζομένων, από την 80χρονη που χαστούκιζε το «όργανο» που την έσπρωξε, μέχρι τη σπαρακτική κραυγή μιας μάνας «πώς θα ζήσω το παιδί μου με 700 € ρεεεε..»
Όλοι και όλες ένωσαν τη φωνή τους και τη δύναμή τους σε μια εξελισσόμενη κοινωνική εξέ-γερση.
Κολοκοτρωναίοι και Καραϊσκάκηδες, αγκαλιά με τους αντάρτες του Άρη, η γροθιά του Πολυτεχνείου αντάμα με τα συνθήματα των μαθητών της φωτοτυπίας, το κλαρίνο της κλεφτουριάς και τα νταούλια της πλατείας Συντάγματος, δεμένα με την «ξαστεριά» του Ξυλούρη.
«Κι αχολόγαγε η Πίνδος σαν να’ χε ο Όλυμπος γιορτή» με το νέο «αέρα» της εποχής μας «αέρα – αέρα να φύγει η χολέρα».
Ναι,! αυτή μας η δύναμη έφτασε στ’ αυτιά τους. Τα μάτια τους σκοτείνιασαν από το φόβο. Τρέχοντας, έφευγαν από τους εμβληματικούς τους θρόνους. Και όσοι κατάφεραν να μείνουν στις θέσεις τους το κατάφεραν πίσω από σιδερόφραχτους πύργους και αστυνομικές προστασίες.
Έντρομο το πολιτικό σύστημα ρίχνει στη μάχη τα επιτελεία του και τις ειδικές μονάδες των ΜΜΕ. Αποτροπιάζει για το «διχασμό», για τους θεσμούς, για την αξιοπρέπεια της χώρας. Ανακα-λύπτουν «πανελλαδική συνωμοσία», και «κάποιους αριστεριστές που προχώρησαν και τους ακολούθησε ο κόσμος «μάλλον από περιέργεια» σημειώνει άναυδη η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ….
Ποιοι τολμούν να μιλάνε διχασμό ! Αυτοί που έχουν χωρίσει την κοινωνία στο 1% του πλούτου και στο 99% των καταπιεσμένων. Αυτοί που μοιράζουν τη χώρα σε αποκλειστικές οικονομικές ζώ-νες με διαφορετικά εργασιακά και μισθολογικά δεδομένα. Αυτοί που διαχωρίζουν τους εργαζόμε-νους με «πιστοποιημένες αξιολογήσεις». Αυτοί που διαλύουν τις κοινωνίες σε ατομικές μονάδες, διαλύοντας κάθε μορφή συλλογικότητας και αλληλεγγύης.
Ποιοι τολμάνε να μιλάνε για θεσμούς και αξιοπρέπεια ! Αυτοί που για δεκάδες χρόνια τσαλαπατάνε κάθε έννοια ακόμα και της τυπικής τους δημοκρατίας για να κάνουν κολλητηλίκια, λαμογιές και σιχαμερά σκάνδαλα. Αυτοί που σκύβουν το κεφάλι στους διεθνείς τοκογλύφους και το κεφάλαιο. Αυτοί που ματοκυλάνε κάθε λα-ϊκή αντίδραση, που σφαγιάζουν κάθε δι-καίωμα.
Λειτουργούν σαν άλλοι γερμανοτσο-λιάδες της κατοχής, που κατηγορούσαν ως «εχθρούς της πατρίδας» αυτούς που κατέ-βασαν την ναζιστική σημαία από την Ακρόπολη :
 «Δεν είναι δυνατόν να ήσαν άνθρωποι με σώας τας φρένας αυτοί που υπηξαίρεσαν εν ώρα νυκτός, την Γερμανικήν σημαίαν,(…) Διότι μόνον παράφρονες ή όργανα ξένης προπαγάνδας ημπορούσαν να διαπράξουν μιαν τόσο επαίσχυντο (…) πράξιν (…) Το Ελληνικό Έθνος αποδέχθη την σημαίαν του Νέου Ράιχ, (…), ως σημαίαν ενός υπό πάσαν άποψιν μεγάλου και ανέκαθεν φίλου προς την Ελλάδα λαού, ως εν σύμβολον αποκαταστάσεως μιας ειρηνικής περιόδου, ως εν σύμβολον δικαιοσύνης (…) και πολιτισμού. Και είναι βέβαιον ότι αν ο δράσται του εγκλήματος της, περιήρχοντο εις χείρας του ελληνικού λαού, θα λυντσάροντο από αυτόν τον ίδιον ως εχθροί της πατρίδος μας». Από Εφημερίδα Βραδυνή την 2α  Ιουνίου 1941.
Ξαναδίνουν συνεντεύξεις για την ευρωπαική πορεία της χώρας, και για την ανάγκη να παραμεί-νουμε στην Ε.Ε., όπως ακριβώς, ο πληρεξούσιος των  γερμανών βιομηχάνων το 1942 : «Η Ελλάδα ανήκει σήμερα στον ευρωπαϊκό χώρο που ελέγχεται από τη Γερμανία και τις δυνάμεις του Άξονα. Πρέπει συνεπώς να ενταχθεί στον οικονομικό σχεδιασμό αυτής της περιοχής. Δεν πρέπει να επιτραπεί να πέσει η Ελλάδα σε πολιτικό και στρατιωτικό χάος». (Γερμανός γκαουλάιτερ Άλτεν-μπαχ, ομοικαταληκτών μετά του σημερινού Ράιχενμπαχ).
Και βέβαια μόνο γέλιο του τύπου των αμερικάνικων σήριαλ μπορεί να βάλει κανείς πίσω από τους καθεστωτικούς στρουθοκαμηλισμούς, περί πανελλαδικής συνομωσίας και μεμονωμένων αριστεριστών. Γιατί μόνο γέλιο μέχρι δακρύων προκαλεί η σκέψη ότι οι μπάντες των Δήμων προχώρησαν σε πανελλαδική μυστική σύσκεψη με θέμα να παιανίσουν το «σώπα όπου να’ναι θα σημάνουν οι καμπάνες», ενώ σίγουρα η 80χρονη στην Κοζάνη, που χαστούκισε το «όργανο», πρέπει να είχε, στα νιάτα της,  την εμπειρία του μαοϊκού αντάρτικου της Κολομβίας…
Αλλά ας αφήσουμε τα γέλια και ας αναστοχαστούμε σοβαρά.
Ζούμε ιστορικές στιγμές. Με όλο τον πόνο, την αγωνία και το φόβο που βαραίνει την πραγματικότητα. Αλλά ταυτόχρονα με όλο τον ηρωισμό, τη συλλογικότητα, τον αυθορμητισμό και την οργή που γεννιέται στις ψυχές μας. Οι εξουσίες κάνουν τη ζωή μας κόλαση, όπως την περιγράφουν τα λόγια των ζαπατίστας, από τα απελευθερωμένα δάση του Μεξικό :
«Εκεί ψηλά, οι από πάνω, δοκιμάζουν να επαναλάβουν την ιστορία τους.
Εκεί ψηλά, οι από πάνω, κηρύττουν για τους κάτω, την υποταγή, την ήττα κηρύττουν, την παράδοση και την παραίτηση. Όταν δεν μας ξεριζώνουν από τις ρίζες μας, τις καταστρέφουν.
Τη δουλειά μας κλέβουν, τη δύναμή μας.
Τους κόσμους μας, τη γη, τα νερά και τους θησαυρούς της, χωρίς ανθρώπους, χωρίς ζωή μας αφή-νουν. Οι πόλεις μάς καταδιώκουν και μάς εκτοπίζουν.
Ο κάμπος πεθαίνει και μας πεθαίνει.
Και το ψέμα μετατρέπεται σε κυβερνήσεις και οι στερήσεις όπλο γίνονται για τους στρατούς και τις αστυνομίες τους. Εδώ κάτω μένουμε χωρίς τίποτα. Μόνο οργή. Δεν υπάρχει αυτί για τον πόνο μας, παρά το αυτί όσων είναι σαν εμάς
».
Από το Δεκέμβρη του 2008 σημειώναμε αυτή την ογκούμενη εξέγερση. «…  ο βαθύς ταξικός και κοινωνικός διχασμός που δημιούργησαν οι πολιτικές των  κομμάτων  του αστικού μπλοκ εξουσίας, η βίαιη περιθωριοποίηση μεγάλων κομματιών της νεολαίας και εργαζομένων, οι βαθιές διαρθρωτικές αλλαγές στην οικονομία και οι συνέπειές της πάνω στους ανθρώπους, έχουν διαμορφώσει τους όρους για μια γενικευμένη κοινωνική αναταραχή.
Απ’ τη μια, το πολιτικό σύστημα δέχεται τριγμούς αφού όλα τα κόμματα του πολιτικού συστήματος, από τα κοινοβουλευτικά έως και όλες τις εκδοχές της αριστεράς, δεν μπορούν να ενσωματώσουν, ούτε να καρπωθούν την ογκούμενη και υπόγεια κοινωνική αγανάκτηση.
Τα τριτοβάθμια συνδικαλιστικά όργανα πιο πολύ εκφράζουν την δυνατότητα συναίνεσης και συνδιαλλαγής των κομμάτων του πολιτικού συστήματος, παρά ζωντανές διεργασίες στη βάση των εργαζόμενων ανθρώπων. Τα τριτοβάθμια συνδικαλιστικά όργανα έχουν γίνει κομμάτι του πολιτικού συστήματος, παράγουν κρατικούς συνδικαλιστές, διαμορφώνουν επικράτειες κοινού τόπου και κοινής γνώμης, και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να διαμορφώσουν όρους όπου οι πραγματικές διεργασίες στη βάση των εργαζομένων να βρίσκουν δρόμους έκφρασης και πραγμάτωσής τους.
Απ’ την άλλη οι καρδιές των ανθρώπων νιώθουν την ανάγκη να γίνει κάτι που θα αλλάξει τα πράγματα, αλλά με δυσκολία μπαίνουν στη διαδικασία να γίνουν οι ίδιοι μέτοχοι των εξελίξεων.
Τίποτα δεν μπορεί να γίνει με τον ίδιο τρόπο Κανένας δεν μπορεί να βρει δρόμο για αλλαγή, και ποια αλλαγή; Η αργή διαδικασία μιας νέας μεταπολίτευσης εξελίσσεται.»
Τα πράγματα όμως, έχουν αλλάξει. Έχουν προχωρήσει.  Η κοινωνία περνάει σε άλλη φάση. Η ανάγκη παραμερίζει το φόβο. Η αιώρηση δημιουργεί συνθήκες μιας νέας κοινωνικής αναδιοργά-νωσης. «…Ο  λαός ριζοσπαστικοποιείται, ιδίως η νεολαία, και αυτό είναι ό,τι πιο ελπιδοφόρο συμ-βαίνει γύρω μας. Φανταστείτε τη μαζική κινητοποίηση, από το ξέσπασμα της κρίσης έως σήμερα, σαν μια σειρά από κύματα: καθώς περνούν οι εβδομάδες, αυτά τα κύματα γίνονται ολοένα πιο πυ-κνά και βαθιά, διαρκούν περισσότερο, πηγαίνουν ψηλότερα και τα μεσοδιαστήματα μεταξύ τους είναι συντομότερα. Υπάρχουν διακυμάνσεις, βέβαια, αλλά η συνισταμένη τους σταθερά δείχνει πά-νω. Ο λαός ξυπνά, αφουγκράζεται, ζητά, αγωνίζεται», σημειώνουν πολιτικοί επιστήμονες. (εφ. Ελευθεροτυπία 23/11/2011)
Σε ποιο σημείο βρισκόμαστε; 
Ας κάνουμε μια θέαση από αρκετά ψηλά. Η αλλαγή σελίδας που σηματοδοτήθηκε από την πτώση του τείχους του Βερολίνου και την ενοποίηση της Γερμανίας χα-ρακτηρίζεται από την ιδεολογική, πολιτική και οικονομική κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού ως όχημα του κεφαλαίου στη νέα εποχή. Ένας δρόμος που αναπόφευκτα οδήγησε στη σημερινή καπιταλιστική κρίση. Ένας δρόμος που αναίρεσε τα διακυβεύματα και τις κατακτήσεις τριών μεγάλων κοινωνικών εγχειρημάτων που ηττήθηκαν. Της Γαλλικής Επανάστασης, της Αμερικανικής επανάστασης και της Οχτωβριανής επανάστασης. Δεν είναι δυνατό να συζητήσει κανείς, εδώ, για αυτά τα τρία κεφάλαια της ανθρωπότητας και για την αποτυχία τους. Αυτό που μπορούμε όμως να επισημάνουμε είναι ότι οι κοινωνικοί αγώνες μπήκαν στην νέα εποχή, χωρίς σταθερά συστήματα α-ναφοράς κάτω από τα πόδια τους. Αυτό είναι η αδυναμία αλλά και η δύναμη τους. Ο στροβιλισμός και η αιώρηση των κοινωνικών αγώνων γύρω από αυτό το πολιτικό κενό, μας οδηγεί στην επώδυνη γέννα και σύνθεση νέων κοινωνικοπολιτικών εγχειρημάτων. Από τα δάση του Μεξικό και το Σιατλ των ΗΠΑ, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, μέχρι τις πλατείες των αγανακτισμένων κοινωνιών και την κατάληψη της Wall Street, ένα νέο φάντασμα πλανιέται πάνω από τον κόσμο.
Η κουβέντα για αμεσοδημοκρατική θέσμιση των συλλογικοτήτων, που διαπνέουν τις σχέσεις των ανθρώπων, έξω από τις στατικές και γραμμικές αντιλήψεις ενός φορέα που κατέχει την αδιαφι-λονίκητη, σταθερή, αιώνια και θεολογική αλήθεια, μπαίνει στο προσκήνιο.
Η αναζήτηση δικτυακής και συμβουλιακής θέσμισης της ανθρώπινης εργασίας, μπαίνει στο προσκήνιο.
Η διαμόρφωση των πολιτικών σωμάτων που θεσπίζουν την κοινωνική διεργασία, μπαίνει στο προσκήνιο.
Ας γυρίσουμε στα δικά μας.
Όλο το πολιτικό σύστημα που παρήχθηκε από τη μεταπολίτευση και μετά, δεν μπορεί να εγκολπώσει την κοινωνική εξέγερση που προκαλεί η κρίση.
Το κυρίαρχο μπλοκ εξουσίας δεν έχει καμιά αξιόπιστη λύση, την ίδια στιγμή που η αριστερά στις περισσότερες εκδοχές της στέκεται με φόβο, αν όχι με αντιπαλότητα στις κοινωνικές διεργασί-ες που αναζητούν πολιτικό υποκείμενο για μια νέα «έφοδο» της εργαζόμενης πλειοψηφίας.
Οι εξελίξεις είναι γρήγορες. Οι φόβοι πολλοί. Οι αγωνίες πάμπολλες. Η ανάγκη σφύζουσα. Ο δρόμος πολύς. Οι πύλες αδιάβατες.
 Πρέπει όμως να τις διαβούμε.
Εδώ είμαστε.! Τέκνα της ανάγκης και της οργής. Τέκνα του νεφελώματος που στροβιλίζεται και αφήνει παρακαταθήκες…
Ας γυρίσουμε στη στιγμή.
«Να φύγετε όλοι» ακουγόταν παντού, όχι από video της Αργεντινής του 2002, αλλά από την ψυχή μιας κοινωνίας που αμυδρά αρχίζει να βλέπει πίσω από το σκοτεινό βουνό, την ελευθερία της αμεσοδημοκρατι-κής ανασυγκρότησης, την ψευτιά της καπιταλιστικής δημοκρατίας, την ομορφιά της εξε-γερτικής συλλογικότητας.
Και στο τραγούδι μας, στα συνθήματά μας, που ακούστηκαν σε όλες τις πόλεις της χώρας, , ενώθηκαν  πάλι τα λόγια του subcommadante Marcos, από τα ζαπατιστικά δάση:

Αξιοπρέπεια μονάχα. Ο κανένας είμαστε.
Μόνοι είμαστε. Μόνοι με την αξιοπρέπεια και την οργή μας.
Οργή και αξιοπρέπεια είναι οι γέφυρές μας, οργή και αξιοπρέπεια είναι τα λόγια μας.
Ας ακούσουμε ο ένας τον άλλον λοιπόν. Ας γνωριστούμε τότε.
Να θεριέψει η οργή μας και ελπίδα να γίνει.
Ρίζα να γίνει ξανά η αξιοπρέπεια και νέο κόσμο να γεννήσει.
Είδαμε και ακούσαμε. Μικρή είναι η φωνή μας για να γίνει ηχώ αυτός ο λόγος, μικρή και η ματιά μας για τόση και τόσο αξιοπρεπή οργή.
Να ιδωθούμε, να κοιταχτούμε, να ακουστούμε: Αυτό μας λείπει.
 Αλλιώτικοι είμαστε, αλλιώτικες.
 Το άλλο είμαστε.
Αν ο κόσμος δεν έχει τόπο για μας, τότε άλλο κόσμο να φτιάξουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου